Περιηγήσεις : ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΩΝ ΑΙΓΟΣΘΕΝΩΝ – Απο τον Μανο Κιλημαντζο
ΓΡΑΦΕΙ Ο ΜΑΝΟΣ ΚΙΛΗΜΑΝΤΖΟΣ
Δεν «περπατάει» οδηγικά σήμερα και ο δρόμος δεν συγχωρεί αφηρημάδες. Το μάτι όμως αρνείται πεισματικά να συγκεντρωθεί στον δρόμο και όλο πετάγεται γύρω-γύρω στην κάθε φαινομενικά ασήμαντη λεπτομέρεια του τοπίου. Μπααα… Τι μου συμβαίνει ; Λες η Άνοιξη να έχει τις παρενέργειές της ;
Είναι κι αυτές οι Στιγμές, οι κόρες του Χρόνου, που δεν κάθονται λεπτό ήσυχες. Όλο με πιλατεύουν, χαχανίζουν και κρυφογελάνε κι εγώ μαγεύομαι μαζί τους.
Έχω φύγει από το σπίτι γιατί δεν με χώραγε ο τόπος και ανηφορίζω το όρος Πατέρας με κατεύθυνση προς το Πόρτο Γερμενό.
Χαμηλώνω κι άλλο τον ρυθμό. Στροφιλίκι και χάζεμα …σκοτώνουν!
Και οι Στιγμές, αχ άτακτα κορίτσια, συνεχίζουν την πολιορκία τους.
Κάποια στιγμή φτάνω στο διάσελο και μπροστά μου απλώνεται ο μαγευτικός κόλπος του Πόρτο Γερμενό. Στο βάθος τα νησάκια, οι Αλκυονίδες, πάντα πρόθυμες να μας ταρακουνήσουν, μου κλείνουν κι αυτές το μάτι. Υποψιάζομαι μία συμμαχία με τις Στιγμές…
Σε πρώτο πλάνο εμφανίζεται μεγαλόπρεπο το κάστρο των Αιγόσθενων με τους δυο9 εντυπωσιακούς πύργους του να κυριαρχούν στις δύο άκρες της ακρόπολης.
Χιλιάδες χρόνια πίσω, ήρθαν οι άνθρωποι εδώ να στήσουν την ζωή τους. Να προκόψουν αλλά και να προστατευτούν.
Δεν άργησε και ο θρυλικός Μελάμπους να έρθει και να εγκαταστήσει εδώ το μαντείο και το θεραπευτήριό του την εποχή, λένε, του Χαλκού.
Μεγάλη μορφή αυτός ο Μελάμπους! Αρχαιότερος θεραπευτής κι από τον Ασκληπιό και μάλιστα ειδικευμένος στα ψυχικά νοσήματα!
Και λένε μάλιστα ότι οι «συνεδρίες» του καθόλου φτηνές δεν ήταν !
Αργότερα πύκνωσε η κατοίκηση και λογική συνέπεια ήταν η περιτοίχιση του χώρου.
Καταγράφεται λοιπόν η παρουσία οχυρώσεων από το 1500 π. Χ. έως και τους ύστερους Γεωμετρικούς χρόνους (γύρω στο 700 π. Χ.) και μετέπειτα στην Αρχαϊκή εποχή.
Την Κλασσική πλέον περίοδο (μετά τους Μηδικούς πολέμους), τα Αιγόσθενα και το φρούριό τους αποτελούν κώμη των Μεγαρέων , με κάποια διαλείμματα Αθηναϊκής κυριαρχίας, με λιμάνι και επικοινωνία δια θαλάσσης με τον υπόλοιπο Ελλαδικό χώρο.
Αθηναίοι και Μεγαρείς, παραδοσιακοί εχθροί, συμμαχούν προ του κινδύνου των Θηβαίων (Θηβαϊκή ηγεμονία) και τον 4ο αιώνα π. Χ. (έτος 343) χτίζουν το κάστρο όπως είναι η σημερινή μορφή του που αντικρίζει ο επισκέπτης, με την περιτοιχισμένη ξεχωριστά από το υπόλοιπο συγκρότημα, ακρόπολη στο Ανατολικό μέρος του λόφου και το υπόλοιπο (περιτοιχισμένο κι αυτό) να κατηφορίζει προς την θάλασσα.
Τα Αιγόσθενα γίνονται αργότερα μέλος της Αχαϊκής Συμπολιτείας και για μία σύντομη περίοδο συμμετέχουν και στο Κοινό των Βοιωτών.
Περνάνε τα χρόνια, έρχεται η Ανατολική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία (αυτό που μόλις πριν 2 αιώνες ονομάστηκε από τους Γερμανούς Βυζάντιο) και η κατοίκηση συνεχίζεται.
Η θρησκεία πλέον έχει αλλάξει και ο Χριστιανισμός είναι η κυριαρχούσα θρησκεία. Την παρουσία του σηματοδοτούν δύο εκκλησάκια. Και τα δύο μικρά, απέριττα, τόποι γαλήνης.
Είναι ο Αη Γιώργης, πολύ κοντά στο Ανατολικό τείχος της ακρόπολης, ανάμεσα στους δύο πύργους που σώζονται και η Παναγιά (η Αγία Άννα) στο κάτω μέρος του συμπλέγματος , έξω από την ακρόπολη και πολύ κοντά στην παραλία.
Ο Αη Γιώργης αποτέλεσε τον ναό του μοναστηριού που στήθηκε εκεί.
Η Παναγία από την άλλη κτίσθηκε στα ερείπια (και με τα ίδια δομικά υλικά) μίας παλιότερης πεντάκλιτης βασιλικής (τον 5ο μ.Χ. αιώνα) που γκρεμίστηκε και τα ίχνη της είναι ορατά στον περίβολο του μικρού ναού.
Πέρασε και το Βυζάντιο και το κάστρο ερήμωσε σιγά – σιγά .
Ήρθαν και οι καλόγεροι κι έφτιαξαν το μοναστήρι του, κοντά στα τείχη, δίπλα από τον Αη Γιώργη, διαμόρφωσαν και τους χώρους κολλητά στα τείχη σε κελιά και έστησαν την μοναστική ζωή τους εκεί.
Αυτά όλα έχω στο μυαλό μου όταν παρκάρω τον «Μπέμπη» μου κάτω από τον Νοτιοανατολικό πύργο και παίρνω το μονοπάτι παράλληλα με τα τείχη για να συναντήσω την μικρή πύλη που οδηγεί στο εσωτερικό του κάστρου.
Στενή πύλη, μικρή σε σύγκριση με το τείχος, αλλά κατανοητό αυτό. Είναι πύλη για την ακρόπολη, που υπερασπίζεται τον χώρο. Εντύπωση κάνει το βαρύ υπέρθυρο που παραπέμπει περισσότερο σε Μυκηναϊκές κατασκευές παρά σε οχυρώσεις χιλίων και χρόνων μετά. Σε βάζει σε έναν μικρό προθάλαμο (προφανής η προσπάθεια να δυσκολέψει την είσοδο εισβολέων) και … να ‘μαι στο εσωτερικό της ακρόπολης!
Δίπλα στην πύλη τα (γκρεμισμένα και ρημαγμένα) κελιά των καλογέρων και αμέσως μετά το εκκλησάκι του Αη Γιώργη.
Το μάτι όμως το τραβάει λίγες δεκάδες μέτρα πιο πέρα ο Νοτιοανατολικός πύργος.
Μεγάλος, 3όροφος, επιβλητικός, κυριαρχεί στο τοπίο.
Μέχρι το 1981 ήταν μισογκρεμισμένος και ο σεισμός των Αλκυονίδων εκείνη την χρονιά τον αποτέλειωσε. Πλέον όμως είναι πλήρως ανακατασκευασμένος και…. κλειστός…
Θαυμάζω τον όγκο και στραβομουτσουνιάζω με την παραφωνία της σιδερένιας σκάλας που οδηγεί στην μικρή πόρτα του. Ελπίζω να είναι μία προσωρινή λύση..
Εντάξει, ας αφήσω προσωρινά την «ξενάγηση». Το μυαλό δυστροπεί και θέλει να καλπάσει.
Εδώ όμως βρίσκω ένα εμπόδιο που συχνά το συναντώ στις εξορμήσεις μου : Οι εποχές «κάθονται» η μία επάνω στην άλλη, μπερδεύοντας τον επισκέπτη και δημιουργούν ένα ιστορικό «Παλίμψηστο». Μπερδεύεται η φαντασία..
Παρ’ όλα αυτά ακούω τους πολεμιστές να φωνάζουν, τις διαταγές να εκστομίζονται βραχνά, το τρίξιμο από τους καταπέλτες που βρίσκονται στο τελευταίο πάτωμα του πύργου. Ανακατεύονται όλα αυτά με τα βογγητά των πληγωμένων. Ανακατεμένα όλα και με τις ψαλμουδιές των μοναχών μέσα κι έξω από τα κελιά τους. Μπέρδεμα καλέ μου ταξιδιώτη του Χρόνου, αλλά είπαμε… Ιστορικό παλίμψηστο είναι όλος ο χώρος.
Έχοντας κάνει τον κύκλο του πύργου, ξεμακραίνω προς το εκκλησάκι του Αη Γιώργη. Μπαίνω μέσα και όλοι οι ήχοι σταματούν. Ηρεμία… Γαλήνη! Όλα όσα ένα ταπεινό εκκλησάκι μπορεί να προσφέρει σε έναν οδοιπόρο, ότι κι αν πιστεύει. Οι τοιχογραφίες με κοιτάνε ανάμεσα στα σημάδια του χρόνου. Έντονα τα χρώματα παρ όλα αυτά! Ο θόλος και οι οροφή των μικρών πτερύγων του ναού σχεδόν ολοκληρωτικά κατεστραμμένα. Φωτιά ;;; Υγρασία;; Ποιος να ξέρει… Δεν φεύγεις πάντως εύκολα από την γαλήνη του ναΐσκου. Το φως όμως με καλεί μέσω της μικρής πόρτας και βγαίνω πάλι έξω . Οι φωνές και οι ψαλμουδιές που εικονογράφησα στο μυαλό μου έχουν πια σβήσει και τώρα κυριαρχούν τα κελαηδίσματα των πουλιών (και τα χάχανα των Στιγμών, για να μην ξεχνιόμαστε !).
Έχω βγει και περνάω κάτω από το τείχος της ακρόπολης και προχωρώ στον υπόλοιπο χώρο, κατηφορίζοντας την πλαγιά.
Το μονοπάτι που σε κάθε του γωνιά έχει και κάτι να παραφυλάει για να αιχμαλωτίσει το μάτι, με οδηγεί στο βόρειο τείχος του συγκροτήματος.
Λένε ότι εκεί, από κάτω του βρίσκεται (και περιμένει την ανάδειξή του) το ιερό του Μελάμποδος. Βγάλε άκρη με την Ιστορία και τις τόσες στρώσεις της που έχουν μαζευτεί εδώ πέρα..
Στην άκρη του τείχους είναι ο χώρος της Παναγιάς (η της Αγίας Άννας και ας το ξεκαθαρίσουν κάποια στιγμή αυτοί που τα ψάχνουν αυτά). Το εκκλησάκι (σταυρόσχημο) χτίστηκε τον 11ο μ.Χ. αιώνα με περιμένει. Ανοίγω την χαμηλή πορτούλα του και να πάλι η γαλήνη έρχεται να κατασιγάσει το λαχάνιασμα από την σωματική προσπάθεια. Κι εδώ οι τοιχογραφίες μου μιλάνε. Κι εδώ η οροφή καταμαυρισμένη. Κι εδώ η άγια σιωπή. Χώρος περισυλλογής για τον ταξιδιώτη. Και εδώ πάλι το φως να με καλεί από το μικρό πορτάκι.
Έξω από το εκκλησάκι υπάρχουν τα ίχνη από την γκρεμισμένη πεντάκλιτη βασιλική του 5ου αιώνα.
Μάλιστα το μεταγενέστερο εκκλησάκι έχει χτιστεί στον χώρο που βρισκόταν το ιερό της παλιότερης εκκλησίας, όπως μαρτυρά το ημικυκλικό τοιχίο από ογκόλιθους που περιβάλει την μία πλευρά του ναΐσκου, αυτήν του δικού του ιερού.
Και άντε πάλι να παίρνω την ανηφόρα για να ξανανέβω στην ακρόπολη.
Αριστερά μου ο βορειοανατολικός πύργος, γκρεμισμένος αλλά αναστυλώνεται όπως μαρτυρούν οι σκαλωσιές (και η απαγόρευση προσέγγισης στον χώρο) και δεξιά μου ο ανακατασκευασμένος Νοτιοανατολικός πύργος που ήδη ανέφερα.
Η Άνοιξη έχει αρχίσει και εισβάλει στον χώρο και δεν υπάρχουν (ποτέ δεν υπήρξαν) υπερασπιστές να αναχαιτίσουν έναν τόσο όμορφο εισβολέα. Ανθισμένες αμυγδαλιές , χαλί από ανθισμένες ανεμώνες, μικρά πολύχρωμα και πολυάριθμα αγριολούλουδα φτιάχνουν έναν καμβά που η Άνοιξη συνεχώς συμπληρώνει. Γύρω , οι πανταχού παρούσες αιωνόβιες ελιές με τους στριμμένους κορμούς και τις ροζιασμένες ρίζες συμπληρώνουν το ατελιέ του μεγαλύτερου καλλιτέχνη που μπορεί να υπάρξει ποτέ! Της Φύσης!
Έφτασα πάλι στο ψηλότερο σημείο της ακρόπολης.
Ένας χαιρετισμός τους δύο πύργους, ένα γνέψιμο στα κελιά των μοναχών και ένα κλείσιμο του ματιού στον Αη Γιώργη και περνάω από την μικρή πύλη έξω από το κάστρο για να συναντήσω τον πιστό μου «Μπέμπη» .
Καβάλα πλέον, κάνω έναν γύρο το κάστρο. Πάντα δυσκολεύομαι να αποχαιρετώ τους προγόνους και τα σημάδια τους.
Μία σύντομη στάση στο Πόρτο Γερμενό για κολατσιό και αναψυκτικό παίρνω τον δρόμο του γυρισμού.
Όχι από τον ίδιο δρόμο! Ακολουθώ τον γεμάτο «φουρκέτες» κατηφορικό δρόμο που με οδηγεί στην Ψάθα, το Αλεποχώρι και πιάνω να ανηφορίζω τα Γεράνεια με προορισμό τα Μέγαρα.
Να και στο φρύδι του βουνού φαίνεται πιάτο η θάλασσα και στο βάθος η αγαπημένη Σαλαμίνα.
Αποχαιρετώ τις Στιγμές μου και μπαίνω στο φέρρυ για Φανερωμένη κουρασμένος, γεμάτος και χαρούμενος.
Κατερίνααα γύρισα ! Τι έχουμε να φάμε ;
Όλες οι φωτογραφίες στον δεσμό : https://photos.app.goo.gl/CMpJiDsoEoBRVcHX9
ΓΙΑ ΤΟ Σαλαμινίων ΒΗΜΑ ΜΑΝΟΣ ΚΙΛΗΜΑΝΤΖΟΣ