Σήμερα φιλοξενούμε στο salaminion vima , τον Γιάννη Φιλιππίδη. Έναν εξαιρετικό συγγραφέα, με εικοσιπενταετή δράση στα συγγραφικά δρώμενα.
Απολαύστε τον σε αυτή την υπέροχη συνέντευξη που παραχώρησε στην Δώρα Τζέμα .
Δ.Τ : Καλώς όρισες Γιάννη. Είμαι ενθουσιασμένη που δέχτηκες να φιλοξενηθείς στην στήλη μας.
Πες λίγα λόγια για σένα, να σε γνωρίσουμε καλύτερα.
Γ.Φ : Κατ’ αρχήν, θεωρώ τιμητική την πρόσκλησή σου Δώρα μου και σ’ ευχαριστώ ολόψυχα για τη φιλοξενία, τη διάκριση και
τη στήριξη. Η αλήθεια είναι πως κοιτάζοντας με αφορμή την ερώτησή σου προς τα πίσω, φοβάμαι ότι θ’ ακουστώ ως
κλισέ. Αλλά θα μιλήσω για μένα μέσα από τα βιβλία. Διαβάζοντας πεζογραφία από παιδί και γράφοντας βιβλία από νεαρή
ηλικία, διαμορφώθηκα μέσα από αυτά. Ήμουν από πάντα παρατηρητικό παιδί σ’ ό,τι μου τράβαγε την προσοχή, ένα
πρόσωπο, ένα γεγονός ή μια συνθήκη ή μια μορφή, όταν ξεκίνησε η περιπέτεια με τη συγγραφή, έμαθα χωρίς να το
συνειδητοποιώ στην αρχή, πως έγινα υπερπαρατηρητικός. Έμαθα να βλέπω τον κόσμο γύρω μου και να αισθάνομαι,
συγκεντρώνοντας υλικό ονείρων για τα βιβλία μου. Και το ταξίδι αυτό, με φέρνει πάντα αντιμέτωπο με τον εαυτό μου, που
πριν καθίσει καθημερινά ν’ ακουμπήσει την ψυχή του σε μια λευκή σελίδα κειμένου, πρέπει να νιώθει και να είναι
διάφανος απέναντι στα δικά του συναισθήματα.
Δ.Τ : Σε σχέση με την ηλικία σου, έχεις ήδη μια πλούσια δράση στους λογοτεχνικούς κύκλους, καθώς έχεις συγγράψει 14 βιβλία.
Μίλησε μας για την συγγραφική σου πορεία.
Γ.Φ : Η αλήθεια είναι πως κάθισα πριν 26 χρόνια σ’ έναν από κείνους τους πρώτους εύχρηστους υπολογιστές της δεκατείας του
’90 κι όταν σηκώθηκα φέτος τον Φλεβάρη από την καρέκλα του γραφείου μου, συνειδητοποίησα ότι έχω αφήσει πίσω μου
έναν σκασμό βιβλία, που τ’ αγαπάω όλα τόσο πολύ. Είναι γιατί μέσα σ’ αυτά, έχω καταγράψει όσα έχω νιώσει κι όλα όσα
έχω πλάσει. Είναι τρόπος του να ζεις γράφοντας βιβλία, αν τουλάχιστον το κάνεις καθημερινά και αδιάκοπα, με σπάνιες
συνήθως στάσεις, και το αντιμετωπίζεις σαν πολυεπίπεδη ενασχόληση με την ανθρώπινη ψυχή. Επιπλέον, είχαν την τύχη
τα βιβλία μου ν’ αγαπηθούν και ν’ αλλάξουν αμέτρητες αγκαλιές, δίνοντάς μου το πλεονέκτημα όχι μόνο να μου δίνουν
νόημα και να συνεχίζω, ακολουθώντας μάλιστα την προσωπική μου ρότα, αλλά να τολμώ αλλάζοντας πλεύση και ύφος.
Γιατί ως τώρα, κανένα μου βιβλίο δε μοιάζει με κάποιο άλλο κι αυτό, υπήρξε στοίχημα που θεωρώ ότι έχω κερδίσει, όσο
και την συνθήκη του ν’ αγαπιούνται όλα τα βιβλία μου διαρκώς, ανάλογα με τον χρόνο στον οποίο τα ανακαλύπτουν οι
φίλες και οι φίλοι, πριν γίνουν φίλοι δικοί μου.
Δ.Τ Πες μας λίγα λόγια για το τελευταίο σου βιβλίο, που κυκλοφόρησε πρόσφατα.
Γ.Φ Είναι η επιτομή αυτού που μόλις ανέφερα πριν λίγο: το βιβλίο αυτό, διαφέρει ως προς την ανατρεπτικότητα και το
χιούμορ, ίσως περισσότερο από κάθε άλλο. Ο μύθος λαμβάνει χώρα στο απόλυτο σήμερα και τα θέματα που όλοι μας
αντιμετωπίζουμε. Αλλά η περιγραφή των γεγονότων είναι ταυτόχρονα σα να παρακολουθεί τους ήρωες άλλοτε
μακροσκοπικά κι άλλες φορές πάλι μέσα από το βάθος της ψυχής τους. Με δυσκόλεψε στη διάρκεια της συγγραφής του.
Ήτανε η δική μου προσωπική ανάγκη, να εκφράσω τον κόσμο γύρω μας, με καυστικότητα και το χιούμορ που έχουμε
τόση ανάγκη. Αλλά θίγει σοβαρότατες έννοιες όπως η διαφορετικότητα, η αυτοδικία, το δικαίωμα στην ευθανασία με
αξιοπρέπεια, την απιστία, τον κοινωνικό ρατσισμό, που αλίμονο, όμως δεν συμβαδίζει ποτέ με την αλλαγή μιας
νομοθεσίας, αλλά κρατιέται από ρίζες παλιακών αντιλήψεων που πρέπει να παλέψουμε για να εξαλειφθούν.
Δ.Τ : Ποιο στοιχείο της ιστορίας του σε οδήγησε στον τίτλο; Έτσι απλά συμβαίνουν όλα ;;
Γ.Φ : Η μεγάλη πλάκα Δώρα μου είναι ότι όλο το βιβλίο ξεκίνησε από μια σκηνή. Και εξελίχθηκε σε μια από μεριάς μου
απεικόνιση της κάθε μέρας μας. Ήταν μονόδρομος, ο τίτλος να περιγράφει το σύνολο όσων μπορούν να μας συμβούν. Από
το να φάμε μια καταιγίδα στο κεφάλι, μέχρι το να κάνουμε έναν φόνο. Το λέω χωρίς να πιστεύω στην έννοια του σπόιλερ.
Γιατί το θέμα για μένα σ’ ό,τι αφορά τον αναγνώστη, είναι να του δίνεις το σωστό στίγμα. Έτσι απλά και στα καλά του
καθουμένου, ενδέχεται από στιγμή σε στιγμή, να μας συμβεί ό,τι δεν έχουμε καν φανταστεί ως ενδεχόμενο ζωής.
Δ.Τ : Τα κοινωνικά μηνύματα που περνάς με ιδιαίτερη μαεστρία μέσα από τις ιστορίες σου, δείχνουν μεγάλη κοινωνική
ευαισθητοποίηση. Τι σε πληγώνει περισσότερο στην κοινωνία μας σήμερα;
Γ.Φ : Δεν γνωρίζω ειλικρινά για ποιο θέμα να πρωτομιλήσω, σπάνε τα μούτρα τους μέσα στο κεφάλι μου για το ποιο θα πάρει
την πρωτιά. Το βιβλίο ξεκινάει με μια οδυνηρή για την ηρωίδα μου θεατρική οντισιόν, προχωράει όλο και χειρότερα, το
μυθιστόρημα παίρνει φωτιά και καίγεται ανάμεσα στην περιγραφή της μάνας Μάρθας και της καρδιακής της φίλης, που
πάσχει από καρκίνο, που δεν έχει επιστροφή. Συνεχίζει με το γκέι ζευγάρι, που φοβάμαι ότι τελικά είναι από τους πιο
νορμάλ ήρωες στον μύθο του οποίου το κουβάρι, φτάνει ως τη διάπραξη ενός φόνου, που φέρνει τον αναγνώστη
αντιμέτωπο με τα ήθη και τις αξίες του. Κορυφαία, θεωρώ τη σκηνή στην οποία η Ευδοκία, λίγο καιρό πριν φύγει οριστικά
από τη ζωή, εξομολογείται στην καλύτερή της φίλη, τα πραγματικά της συναισθήματα, ώστε να ‘ναι σίγουρη, πως στο
φεύγα της, θα υπάρχει κάποιος άνθρωπος δικός της, θα γνωρίζει κάθε σκοτεινή της γωνία, που δεν φωτίζεται στη διάρκεια
της κάθε μέρας της. Όλα τα παραπάνω που ανέφερα είναι θέματα που με πληγώνουν εξίσου δεν μπορώ να ξεχωρίσω
κάποιο.
Δ.Τ : Τι σημαίνει συγγραφή για εσένα και πόσο χώρο καταλαμβάνει στην ζωή σου;
Γ.Φ Γράφω όπως είπα και πιο πάνω από αρκετά νεαρή ηλικία, έμαθα πριν κλείσω τα δέκα γραφομηχανή, γράφοντας τις δικές
μου αδιαμόρφωτες προσωπικές μου ιστορίες σε μια σελίδα με που ‘χε ανάγκη από κορδέλα και μελάνη για ν’ αποτυπώσει
τα συναισθήματα και τις λέξεις μου στο χαρτί με το ιδιότυπο προσωπικό μου τυφλό σύστημα. Χρόνια αργότερα, στα
είκοσι επτά μου πια και με μπόλικο ελεύθερο χρόνο λόγω της δουλειάς μου στο θέατρο, κάθισα και πήρα την ιστορία της
συγγραφής στα σοβαρά, θέλοντας ν’ αφήσω σε τυπωμένες λέξεις, ηλεκτρονικές και χωρίς κορδέλα, αλλά γεμάτες από
κομμάτια της ψυχής μου. Έγραφα καθημερινά για χρόνια χωρίς να κάνω τα πάντα για να εκδοθούν τα δύο τουλάχιστον
πρώτα βιβλία μου. Αυτό είναι κάτι που ήρθε σχεδόν από μόνο του. Δεν ένιωθα ανασφάλεια, μονάχα συστολή. Όταν αυτό
έγινε, ένιωσα για πρώτη κι έπειτα για δεύτερη φορά ότι απογειώθηκα το 2006 και το 2008, την εποχή των χιλιάδων
βιβλίων. Έπειτα εξακολούθησα να γράφω αλλά με τη συνείδησή μου δεδομένη απέναντι σε ό,τι και όσα ήθελα να
εκφράσω.
Δ.Τ : Ποιος συγγραφέας σε σημάδεψε περισσότερο και με ποιό βιβλίο;
Γ.Φ : Ήταν ο Παύλος Μάτεσης στο μυθιστόρημά του με τίτλο «Η μητέρα του σκύλου», ένα βιβλίο που διάβασαν και λάτρεψαν
πολλές χιλιάδες άνθρωποι, μεταξύ αυτών και γω, γιατί μου δίδαξε πως η ζωή δεν είναι μόνο δραματική ή κωμική, αλλά
όλα μπαίνουνε στο μπλέντερ, ακόμα και για το χατίρι ενός αξιόλογου μύθου.
Δ.Τ : Παρουσίασε μας ένα απόσπασμα από το τελευταίο σου μυθιστόρημα και από όποιο προγενέστερο θεωρείς πολύ αγαπημένο.
Γ.Φ Από το τελευταίο μου βιβλίο θα εστιάσω στην εξαφάνιση μέσω της ταφής ενός πτώματος για το χατίρι της διάσωσης της
φόνισσάς του κι ό,τι θέλετε υποθέστε. Από παλιότερα βιβλία μου, στη μνήμη μου υπερπηδούν δυο φράσεις που
χαρακτηρίζουν το πρώτο μου βιβλίο με τίτλο «Η μυρωδιά σου στα σεντόνια μου». Γράφω κι επαναλαμβάνω σε τρία του
σημεία το εξής «Γιατί η ζωή είναι πουλί καρδιά μου. Πετά και χάνεται και δεν ξέρει ποτέ κανένας αν υπήρξε ποτέ κάπου,
μήτε αν είναι τώρα πουθενά».
Δ.Τ : Πως νιώθεις όταν τελειώνεις μια ιστορία και τι προσδοκίες έχεις από αυτή;
Γ.Φ : Το μυαλό κάπου θα πάει εύκολα στις κριτικές που θα το αγκαλιάσουν. Ωστόσο υπήρξα χαϊδεμένο παιδί των
βιβλιοκριτικών μολονότι δεν ήταν αυτό, το μέγιστο δώρο, πολύ περισσότερο μετράει η γνώμη που θ’ ακούσω από
αμέτρητους αναγνώστες στα χρόνια που θα ’ρθουν, όχι μόνο στην χρονιά κατά την οποία εκδίδεται. Το βλέπω λίγο πιο
ολιστικά: Ξεκινάς να γράφεις ένα καινούργιο όχι για να εκδοθεί δέκα μήνες αργότερα, αλλά γιατί έχεις κάτι να πεις, αυτή
είναι για μένα και η αιτία ύπαρξης ενός βιβλίου. Ενός βιβλίου που ξεκινάει με ορμή και λόγο ύπαρξης και μια αγκαλιά
συναισθήματα. Κι όταν το παραδώσεις και περιμένεις να εκδοθεί σκέφτεσαι αν κι αυτή τη φορά οι φίλοι σου, θα το
αγαπήσουν με πάθος, όπως συνέβη και με μένα.
Δ.Τ : Πόσο δύσκολο είναι να βρεις το επόμενο θέμα σου, όταν έχεις γράψει ήδη τόσες;
Γ.Φ : Ό,τι δυσκολότερο υπάρχει στον πλανήτη αυτόν. Ολοένα, οι θεματικές σου πρέπει να ‘χουν την πρωτοτυπία του
καινούργιου κι όχι του αναμασημένου. Γι’ αυτό συμβαίνει να μην εμφανίζομαι με νέο βιβλίο κάθε χρόνο. Στα κενά του
υπεραπασχολημένου βίου μου παράλληλα με τα καθήκοντά μου ως υπεύθυνου εκδόσεων βιβλίων άλλων αγαπημένων
συγγραφέων στον Άνεμο, γίνονται διάφορες εσωτερικές ζυμώσεις, ένα θέμα αναδεικνύεται, κάποιο άλλο θα αφήσεις να
ωριμάσει περισσότερο ή δεν θ’ ασχοληθείς μαζί του ποτέ. Σημασία έχει να το κάνεις, να ‘ναι μια δική σου άλλη οπτική
πρώτιστα, πριν το πλήρωμα του χρόνου να φέρει στη ζωή σου μια επόμενη μυθοπλασία.
Δωρα Τζεμα : Ευχαριστούμε θερμα τον αγαπητο Γιάννη Φιλιππίδη
Για το Σαλαμινιων ΒΗΜΑ