Οι γλώσσες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας
Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία στο πρώτο μισό του τέταρτου αιώνα. Με κόκκινο αναδεικνύει τον χώρο της επικρατούσας διάδοσης της λατινικής γλώσσας, ενώ σε μπλε ο χώρος εξειδίκευσης της ελληνικής γλώσσας.
Τα λατινικά και τα ελληνικά αποτελούσαν τις δύο επίσημες γλώσσες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, αλλά πολλές άλλες γλώσσες αντιπροσώπευαν σημαντικά μέσα γλωσσικής επικοινωνίας σε περιφερειακό επίπεδο, με ποικίλους βαθμούς διάδοσης και ανάπτυξης.
Τα λατινικά ήταν η μητρική γλώσσα των Ρωμαίων και παρέμεινε η γλώσσα της αυτοκρατορικής διοίκησης, της νομοθεσίας, της γραφειοκρατίας και του στρατού καθ’ όλη τη διάρκεια της κλασικής περιόδου· στη Δύση έγινε η γαλλική γλώσσα και χρησιμοποιήθηκε επίσης στην τοπική διοίκηση των πόλεων, συμπεριλαμβανομένων των δικαστηρίων.

Αφού όλοι οι άνδρες κάτοικοι που γεννήθηκαν ελεύθεροι από την Αυτοκρατορία απελευθερώθηκαν καθολικά το 212 μ.Χ., ένας μεγάλος αριθμός Ρωμαίων πολιτών θα έχανε τη γνώση των λατινικών, ακόμη και αν αναμενόταν να αποκτήσουν τουλάχιστον συμβολικές γνώσεις, και τα λατινικά παρέμειναν χαρακτηριστικό των Romanitas.
Όσον αφορά τα ελληνικά (ακριβέστερα, Koinè Greek), είχε γίνει, ειδικά από την Ελληνιστική εποχή, γλώσσα που μοιράστηκε σε όλη την Ανατολική Μεσόγειο και χρησιμοποιήθηκε για διπλωματικές επικοινωνίες στην Ανατολή, ακόμη και πέρα από τα κρατικά σύνορα της Αυτοκρατορίας. Η διεθνής χρήση της ελληνικής ήταν μία από τις προϋποθέσεις που τροφοδοτούσαν περισσότερο την εξάπλωση του Χριστιανισμού, όπως υποδεικνύει για παράδειγμα η επιλογή της ελληνικής ως γλώσσας της Καινής Διαθήκης στη Βίβλο και η χρήση της στα οικουμενικά συμβούλια της πλέον χριστιανισμένης αυτοκρατορίας, που την προτίμησαν στα Λατινικά. Με την πτώση και τη διάλυση του pars Occidentis, το ελληνικό, ελάχιστα επηρεασμένο από την επαφή με τα λατινικά, έγινε κυρίαρχη γλώσσα του παρς Οριέντη ή, ως σύγχρονα γνωστόν, της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Επειδή η επικοινωνία στην αρχαία κοινωνία ήταν, για προφανείς λόγους, κυρίως προφορική, μπορεί να είναι δύσκολο να καθοριστεί πόσο μακριά οι περιφερειακές ή τοπικές γλώσσες συνέχισαν να ομιλούνται ή να χρησιμοποιούνται για άλλους σκοπούς υπό τη ρωμαϊκή κυριαρχία. Μερικές αποδείξεις υπάρχουν στις συνδρομές, αναφορές σε άλλες γλώσσες στα ελληνικά και ρωμαϊκά κείμενα και τέλος στην ανάγκη διερμηνέων.
Για τον Καρχηδονιακό, Κοπτικό και Αραμαϊκό (συμπεριλαμβανομένου του συριακού κλάδου), επιζεί σημαντική ποσότητα επιγραφικού ή λογοτεχνικού υλικού.
Όσον αφορά τις κελτικές γλώσσες, θα μπορούσαν να καυχηθούν μια επέκταση για να καλύψουν μεγάλο μέρος της δυτικής και κεντρικής Ευρώπης (με γλωσσικά νησιά στα Βαλκάνια και την Ανατολική περιοχή της Γαλαξίας), και ενώ η προφορική της Κελτικής εκπαίδευσης άφησε ελάχιστες γραπτές μαρτυρίες, το κελτικό επίγραμμα, αν και σε περιορισμένες ποσότητες, δεν μπορεί να θεωρηθεί πολύ αποσπασματικό, έτσι, ειδικά για γλώσσες όπως τα γαλλικά και τα κελτιβηρικά, μια γενική κατανόηση δεν τίθεται σε κίνδυνο καθόλου.
Γερμανικές γλώσσες, αργά μπήκαν στην αυτοκρατορία, δεν άφησαν σχεδόν κανένα ίχνος με τη μορφή επιγραφής ή κειμένου, εκτός από τα γοτθικά.
TROY (TROİA)