Τον περασμένο Σεπτέμβριο η Χριστίνα Πακούτα, κάτοικος Μελβούρνης, βρέθηκε στην Κύπρο για την ταφή των οστών του αδελφού της.
Ο αδελφός της, ανθυπολοχαγός των Καταδρομών, Κώστας Χριστοφίδης, σκοτώθηκε κατά την τουρκική εισβολή τον Ιούλιο του 1974.
Μέχρι και πριν δυο έτη -για 46 ολόκληρα χρόνια- επισήμως ο Κώστας Χριστοφίδης ήταν αγνοούμενος.
Τότε τα οστά του, που βρέθηκαν σε ομαδικό τάφο, ταυτοποιήθηκαν διά της μεθόδου ταυτοποίησης DNA.
Όμως, λόγω κορονοϊού, η αδελφή του, Χριστίνα Πακούτα, δεν μπορούσε να πάει από την Αυστραλία στην Κύπρο για την ταφή.
Η ταφή των οστών έγινε φέτος τον Σεπτέμβριο. Η κυρία Πακούτα μπόρεσε και πήγε. Για τον ήρωα Κώστα Χριστοφίδη η “Φωνή της Μόρφου” (έκδοση του Δήμου Μόρφου) έγραψε:
Ο Κώστας ήταν το πρωτότοκο παιδί του Χρίστου και της Αλίκης Χριστοφίδη. Τα αδέρφια του είναι ο Βάσος και ο Διγενής. Γεννήθηκε στις 27 Ιουλίου 1955 στη Λεμεσό, γιατί ο πατέρας του εργαζόταν προσωρινά στις Βάσεις Ακρωτηρίου. Έπειτα από δύο χρόνια, σε ηλικία δηλαδή τριών χρόνων, ο Κώστας μαζί με την υπόλοιπη οικογένειά του, επιστρέφουν στη γενέτειρα της μητέρας του, την ωραία μας κωμόπολη, τη Μόρφου. Σε ηλικία πέντε χρόνων πηγαίνει μαζί με τα άλλα δύο μικρότερά του αδέλφια στο νηπιαγωγείο της κυρίας Μερόπης. Όταν έγινε έξι χρόνων, γράφτηκε στο Δημοτικό σχολείο και ενώ φοιτούσε σε αυτό, η οικογένεια αποκτά τη Χριστίνα.

Μετά το Δημοτικό σχολείο πηγαίνει στο Β’ Γυμνάσιο Μόρφου για τρία χρόνια και ύστερα στην Τεχνική Σχολή Ξερού, όπου ακολουθεί τον κλάδο του μηχανολόγου. Αποφοιτώντας από την Τεχνική Σχολή, εργάζεται για έναν χρόνο στο χυτήριο τόρνων του κ. Λαδόματου. Αγαπούσε όμως πολύ και τις μοτόρες, γι’ αυτό τα καλοκαίρια κατά τη διάρκεια των θερινών διακοπών, όταν τα σχολεία ήταν κλειστά, εργαζόταν στον φίλο του πατέρα του, Ντίνο Πετρίδη, για να εμπλουτίσει τις γνώσεις του.
Ένα άλλο του χόμπι ήταν και οι μικροί κόκορες, «οι ινδιάνοι», όπως τους έλεγαν. Γι’ αυτό και συχνά, διοργάνωνε μαζί με τον φίλο και συμμαθητή του, Νίκο Κτωρή, κοκορομαχίες, όπου μαζεύονταν όλα τα παιδιά της γειτονιάς, για να τις παρακολουθήσουν.
Σε ηλικία δεκαεπτά χρόνων κατατάσσεται εθελοντής στην Εθνική Φρουρά της σειράς του Ιανουαρίου.
Έρχεται λοιπόν ξανά στην πόλη που γεννήθηκε, στη Λεμεσό, για να εγγραφεί. Εκεί επιλέγεται ως καταδρομέας και μετά από λίγες βδομάδες τον μεταφέρουν στο Σταυροβούνι για εκπαίδευση. Κατόπιν επιλέγεται ως Δόκιμος Αξιωματικός και για έξι μήνες εκπαιδεύεται στην Ελλάδα. Όταν επιστρέφει στην Κύπρο, υπηρετεί στην 33η Μοίρα Καταδρομών με έδρα το Πέλλα- Πάις στην Κερύνεια. Ήταν ένα πολύ συμπονετικό και εργατικό αγόρι. Στις εξόδους του ή τις άδειές του βοηθούσε τους γονείς του στο κυλικείο του Συλλόγου Διγενή Ακρίτα Μόρφου.
Το πραξικόπημα του ’74 τον βρήκε με 24ωρη άδεια. Όταν τον φωνάξαμε να του πούμε τι συνέβαινε, έτρεχε σαν τρελός να βρει ταξί, για να γυρίσει πίσω στη Μοίρα του. Έτσι η τουρκική εισβολή τον βρίσκει στο στρατόπεδό του στο Πέλλα – Πάις. Εκεί μαζί με το τάγμα του βρίσκεται στον Πενταδάκτυλο να αγωνίζεται για την Κύπρο μας. Όμως η πρώτη μέρα των μαχών έγινε μοιραία για τον Κώστα. Η μάχη με τους Τούρκους κατακτητές, δυστυχώς, ήταν ένας αγώνας άνισος και, πάνω απ’ όλα, προδομένος.
Advertisement
Έτσι καθώς αγωνίζεται στην περιοχή Πετρομούθκια του Αγίου Ιλαρίωνος στην Κερύνεια, προσπαθώντας να σώσει την ζωή των αδελφών του που είχαν καθηλωθεί από τα πυρά των Τούρκων, αφήνει την τελευταία του πνοή μόλις στα δεκαεννιά του χρόνια, λίγες μέρες πριν τα γενέθλιά του.
Πάνδημη και με στρατιωτικές τιμές ήταν η κηδεία των οστών του ήρωα Κώστα Χριστοφίδη, το Σάββατο, 3 Σεπτεμβρίου 2022, στον Ιερό Ναό Κοσμά του Αιτωλού (Σφαλαγγιώτισσα) στην Λεμεσό. Της νεκρώσιμης ακολουθίας προέστη ο Μητροπολίτης Λεμεσού, κ. Αθανάσιος.
Πέραν του υπουργού Άμυνας, κ. Χαράλαμπου Πετρίδη, επικήδειο λόγο εκφώνησε μεταξύ άλλων και ο δήμαρχος Μόρφου, Βίκτωρας Χατζηαβραάμ, τον οποίο και παραθέτουμε αυτούσιο:
«Μαζευτήκαμε σήμερα εδώ για να αποχαιρετίσουμε με καθυστέρηση 48 χρόνων, έναν δικό μας ήρωα. Ένα 19χρονο παλικάρι που η μοίρα τον έφερε να υπηρετεί τη στρατιωτική του θητεία το πικρό καλοκαίρι του 1974.
Ένα παλικάρι που έφυγε τότε για τον Πενταδάκτυλο, αφήνοντας πίσω του, τη μάνα του Αλίκη, τον πατέρα του Χρίστο, και τα αδέλφια του, Διγενή, Βάσο και Χριστίνα, γείτονές του και φίλους αγαπημένους. Άφησε πίσω ήρωες που για 48 ολόκληρα χρόνια ζούσαν με την ελπίδα του γυρισμού του.
Η οικογένεια του Κώστα, όπως και πολλών άλλων παλικαριών μας, βίωσαν τη φρίκη του πολέμου στη χειρότερή της μορφή. Η απώλεια του αγαπημένου τους αλλά, κυρίως, η άγνοια για την τύχη του, είναι ένα μαρτύριο που κανένας άνθρωπος δεν θα έπρεπε να περάσει στη ζωή του.
Τη φρίκη του πολέμου, βίωσε δυστυχώς και ο Κώστας, που παρά το μεγαλείο της ψυχής του και την τεράστια θυσία του, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στην πραγματικότητα ήταν μόνο ένα παιδί με όνειρα και φιλοδοξίες. Ένα παιδί που στα 19 του θα έπρεπε να έχει όλη τη ζωή μπροστά του.
Ο αγώνας του όμως ήταν άνισος. Η φιλότιμη προσπάθειά του, δυστυχώς προδομένη. Το καθήκον του επέβαλλε να μείνει εκεί, στην πρώτη γραμμή, να πολεμήσει για την οικογένειά του, για τους φίλους του, για όλους εμάς. Να πολεμήσει γι’ αυτούς που γνώριζε αλλά και για τους άγνωστους συμπατριώτες του. Ο Κώστας, όπως και τόσα άλλα παιδιά που χάθηκαν άδικα κατά την τουρκική εισβολή του 1974, έδωσαν τη ζωή τους για να μπορούμε όλοι εμείς να ελπίζουμε σε ένα καλύτερο αύριο. Προστάτευσαν την πατρίδα μας κάνοντας την υπέρτατη θυσία, για να μπορέσουμε εμείς να ζήσουμε και να κρατήσουμε ζωντανή την ελπίδα για δικαίωση και επιστροφή.
Η Μόρφου σήμερα, όπως και η Κύπρος ολόκληρη, αποτείνει φόρο τιμής σε ένα ακόμη δικό της παιδί. Έναν ήρωα που θυσιάστηκε μαζί με τόσους άλλους στο βωμό της Ελευθερίας.
Ο Κώστας έφυγε αλλά άφησε πίσω του μια πολύ σημαντική παρακαταθήκη. Μας άφησε με το χρέος να παλέψουμε και εμείς με τη σειρά μας για να δώ σουμε, αν μπορεί ποτέ πραγματικά να δοθεί, νόημα στο χαμό αυτών των παιδιών. Να δώσουμε αξία στη θυσία τους. Να συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε και να κρατάμε ψηλά το λάβαρο της Ελευθερίας, μέχρι που οι ήρωές μας να δουν αυτό που για 48 τόσα χρόνια λαχταρά η αδικοχαμένη και βασανισμένη ψυχή τους. Ο Κώστας, παρά το νεαρό της ηλικίας του, κατάφερε η σύντομη ζωή του να γίνει οδοδείκτης πορείας για τις γενιές που θα ακολουθήσουν.
Δόξα και τιμή λοιπόν στον αγαπημένο μας Κώστα, τον νεαρό αξιωματικό της 33ης Μοίρας Καταδρομών που θυσιάστηκε για την Ελευθερία της πατρίδας του.
Η Κύπρος οφείλει στον Κώστα Χριστοφίδη, αλλά και σε όλα τα παιδιά που χάθηκαν το 1974, ένα μεγάλο ευχαριστώ, αλλά και ένα μεγάλο συγγνώμη, αφού εδώ και 48 χρόνια δεν φανήκαμε, δυστυχώς, αντάξιοι της θυσίας τους.
Ο αγώνας μας όμως δεν μπορεί να σταματήσει. Ακόμη και σήμερα, ευχή όλων μας είναι ο θάνατός τους να μην ήταν μάταιος και σύντομα η μικρή μας πατρίδα να γευτεί τους καρπούς της θυσίας των παιδιών της, του Κώστα αλλά και του κάθε Κώστα, και να ανατείλει ξανά ο ήλιος της δικαιοσύνης στο πολυβασανισμένο νησί μας.
Κώστα Χριστοφίδη, σε ευχαριστούμε! Αιωνία ας είναι η μνήμη σου και ελαφρύ το χώμα που θα σε σκεπάσει».
ΕΠΙΚΗΔΕΙΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΔΕΛΦΟ ΤΟΥ ΗΡΩΑ ΒΑΣΟ ΧΡΙΣΤΟΦΙΔΗ
Πανιερώτατε Μητροπολίτη Λεμεσού Αθανάσιε, έντιμε Υπουργέ Αμύνης κύριε Χαράλαμπε Πετρίδη, μέλη των κοινοβουλευτικών κομμάτων, πρόεδρε του Αθλητικού Σωματείου Διγενή Μόρφου, Δήμαρχε Μόρφου και φίλε της οικογένειας κύριε Βίκτωρα Χατζηαβραάμ, δήμαρχοι της επαρχίας Λεμεσού, μέλη της Εθνικής Φρουράς, της Αστυνομίας, των Οικογενειών Ηρώων της 33ης Μοίρας Καταδρομών του 1974, εκπρόσωποι σωματείων και συνδέσμων, συμπολεμιστές του Ήρωα, αγαπητοί συγγενείς, αγαπητοί παρευρισκόμενοι. Σας ευχαριστούμε για την σημερινή σας παρουσία.
Κώστα μας. Αδελφέ μας μεγάλε. Ήρτεν η ώρα.
Μια ώρα που κουβαλούσε ερωτηματικά για 48 ολόκληρα χρόνια. Γιατί που την μέρα που χάθηκαν τα ίχνη σου, που δεν είχαμε νέα σου, ξέραμε ότι το κακό ήταν το πιθανότερο σενάριο.
Δεν ξέραμε αν από την ημέρα που πιστοποιήθηκε και επιστημονικά ο θάνατός σου, έχουν ησυχάσει οι ψυχές του πατέρα μας του Χρίστου, και της μάνας μας, της Αλίκης. Ή αν ο Διγενής, ο αδελφός μας, έφυγε με το μαράζι και τώρα κάθεται μαζί σου και μαζί με τους γονιούς μας και μας βλέπουν από ψηλά, και σκέφτεστε ότι δεν χρειάζεται να είμαστε στεναχωρημένοι.
Το μόνο που θέλουμε να ξέρεις και εγώ και η αδελφή μας, η Χριστίνα και οι οικογένειές μας και τα αδελφοτέκνα σου, είναι ότι είμαστε περήφανοι. Είμαστε περήφανοι και εμείς που ζήσαμε δίπλα σου, έστω και στα λίγα χρόνια της ζωής σου και είναι διπλά περήφανοι και όλοι οι συγγενείς σου, που δεν σε γνώρισαν ποτέ, αλλά ξέρουν πόσα πρόλαβες να κάνεις σαν άνθρωπος μέσα από τα 19 σου χρόνια και κυρίως μέσα από την θυσία σου.
Αγαπητοί φίλοι, σήμερα αποχαιρετούμε έναν Ήρωα. Τον πρωτότοκο της οικογένειας του Χρίστου και της Αλίκης και τον αδελφό του Διγενή, του Βάσου και της Χριστίνας.
Ένα παλικάρι που ήταν γεμάτο ζωή. Ανήσυχος και ζωηρός, γεμάτος με όρεξη για προσφορά και έτοιμος να θυσιαστεί για όλους. Έτοιμος να δώσει και την ζωή του, για την οικογένεια του, για τα ιδανικά του, για την Κύπρο μας.
Από τα πρώτα χρόνια της ζωής του, ο Κώστας έδειχνε πόση αγάπη είχε για όλους μας. Πάντα στο πλευρό του πατέρα και της μάνας μας, για να τους βοηθήσει. «Επιάναν τα σιέρκα του», όπως λαλούμε. Γι’ αυτό και επέλεξε να γίνει μηχανολόγος εφαρμοστής. Είχε ταλέντο σε τούτα τα πράγματα. Γι’ αυτό και ασχολήθηκε και με τις μοτόρες, δουλεύοντας τα καλοκαίρια στον γέρο τον Μελή και τον Ντίνο τον Πετρίδη.
Ήταν ανήσυχο πνεύμα. Ασταμάτητος. Του άρεσε ο ανταγωνισμός. Ήθελε να το παλεύει για όλα τα πράγματα. Γι’ αυτό και το χόμπι του, με τους «ινδιάνους» όπως τους ελέγαμε. Με τις κοκορομαχίες. Είχε ταυτόχρονα και το αίσθημα του προστάτη. Ως μεγάλος αδελφός, μας πρόσεχε όλους. Ειδικά την μικρή μας. Την Χριστίνα. Ακόμα και με την διαφορά ηλικίας, την κρατούσε πάντα κοντά του. Ακόμα και όταν με το αεροβόλο έβαλαν σημάδι, διάφορους στόχους, έφερνε και την Χριστίνα, για να συμμετάσχει. Πάντα να την προστατεύει.
Ο Κώστας δεν άφηνε ποτέ να περάσει μια μέρα που να μην αξίζει τον κόπο να την ζήσεις. Γι’ αυτό και στον στρατό επήγε στους καταδρομείς. Και ήταν και η δική μου έμπνευση για να ακολουθήσω τον δρόμο του.
Έλεγαν αστειευόμενοι, οι άλλοι καταδρομείς ότι ήταν το «γιούι του Κατσάνη». Μα πώς να μην ήταν που τους πρώτους ανθρώπους που εμπιστευόταν ο διοικητής της Μοίρας, όταν ήξερε ότι ο Κώστας, κάθε λεπτό θα στεκόταν δίπλα του, για ό,τι χρειαζόταν. Και στην ζωή και στον θάνατο.
Για τις λεπτομέρειες της ζωής του, για τα συμβάντα του πολέμου μίλησαν οι προηγούμενοι ομιλητές. Εγώ θα σας πω, για τον πόνο του χαμού του. Για το βάρος των γονιών και της οικογένειας, από την ημέρα της εισβολής και μετά. Όταν ο Κώστας, σταμάτησε να επικοινωνεί.
Ο πατέρας μας, ήξερε ότι έχασε τον γιο του. Ο γονιός το καταλαβαίνει όσο και αν δεν το παραδέχεται, όσο και αν πάντα κρατά την ελπίδα ζωντανή. Ήξερε ότι ο Κώστας σκοτώθηκε όμως δεν ήθελε να το πιστέψει.

Μια μέρα όταν μετατέθηκα από την ΣΕΑΠ, στην 33η μοίρα καταδρομών, πήγα σπίτι. Ο πατέρας μου από την ημέρα που χάθηκε ο Κώστας, φορούσε μαύρο πουκάμισο. Ήμουν στο λαντρόβερ και δεν με είδε. Κατέβηκα και τον είδα να φορεί άσπρο πουκάμισο. Τα έχασε λίγο, όταν με είδε μπροστά του αλλά μετά μου είπε κάποια λόγια που δεν θα ξεχάσω ποτέ.
Μου είπε, «Βάσο μου, ο πόλεμος φέρνει νεκρούς, τραυματίες, αιχμαλώτους, πρόσφυγες. Πρέπει να είσαι δυνατός, να aντέχεις τον πόνο.»
Advertisement
Μια βδομάδα μετά και ενώ ήμουν στην Μοίρα, μου τηλεφώνησε και μου είπε «Βάσο, πρέπει να το μάθει η οικογένεια όλη ότι χάθηκε ο Κώστας. Γι’ αυτό και πρέπει να έρθεις σπίτι και να το πεις εσύ. Μόνο αν το πεις εσύ, θα το πιστέψουν».
Ήταν αβάσταχτο το βάρος. Έπιασα άδεια και πήγα στην Μόρφου. Και τους το είπα. Αυτό που ήθελε ο πατέρας μου. Παρά το ότι κανένα ίχνος του Κώστα δεν είχε βρεθεί ακόμα. Όπως και πολλών από τα άλλα μέλη, της 33ης Μοίρας Καταδρομών, στην μάχη του Αγίου Ιλαρίωνα.
*Πηγή: “Φωνή της Μόρφου” (έκδοση του Δήμου Μόρφου).